Για να κλείσομε την Αυλαία
«Η μαύρη Λάμια πού κλεισε
τον Άδη στην καρδιά της,
να κατεβώ με πρόσταξε
μέσ’ στο ξερό πηγάδι»
Τα λάθη κι όταν ακόμη ακούσια ήσαν, σαν που η συνείδηση δεν συμμετείχε
καθώς τα πράτταμε, βαρύτητα έχουν την
ζημίας που στη συνείδηση
προκάλεσαν των θιγομένων
γι αυτό κι ουδέποτε με κράτησε
μια ματαιοδοξία ή ο κακώς
εννοούμενος εγωισμός
από την μ’ επίταση υποβολή
ειλικρινούς συγγνώμης.
Τα κοριτσάκια μου πηγαίνουν
στα κέντρα τα εμπορικά
στ’ αμερικανικά τα μαγαζιά
γατιά που γλείφονται φτωχά
θες κοριτσάκια με τα σπίρτα
θες παιδιά που δε γίνηκανε μεγάλοι
δεν βρήκαμε Αλχημικό χρυσό
φωτογραφίες διαχυτικές
να στήνομε μ’αυτό
φτωχοί τα ποδήματα
φτωχοί τα ντύματα
φτωχοί τα κινητά
φτωχοί τ’ ακίνητα
παρίες είμαστε στο κόσμο το μεγάλο
σε κειον τον κόσμο
που μοναχός του από έν’ αόρατο χέρι
θες γυρνά κόβει , δεν συγχωρνά
απουσιάζει από που τους
πρέπει η ισχυρή πεποίθηση
Κι οι ελάσσονες πλήρεις πάθους κι έντασης
ξανά
απουσιάζει από κιους που τους
πρέπει η πεποίθηση ισχυρή
Κι οι ελάσσονες έμπλεοι έντασης πάθους
Πεποιθήσεις γεννημένες από την εικονολατρία
από έναν έρωτα ενός ιδανικού που δεν υπάρχει
πόσο απ τη ζωή απέχει ετούτος ο ρομαντισμός
είμ’ ερημίτης σεκιουλαριστής,εικονοκλάστης φανατικός,
Αυτά κι ένα Αντίο
κι αν πλήγωσα
κι αν με πληγώσαν
ευθεία να κοιτούμε το φορτίο