«Ξεντύθη ο γιος, ξεζώθηκε και στο πηγάδι εμπήκε./ Χαλεύει εδώ, χαλεύει εκεί και τίποτες δεν βρίσκει./ Βλέπει τα φίδια σταυρωτά με τις οχιές πλεγμένα»
Δημοτικό τραγούδι
Γιώργος Σεφέρης, Μυκήνες
Υπάρχουν κι άλλα σε αυτή την ιστορία άρρητα,
Εμείς μπορέσαμε ένα πρωινό να εγχειρήσουμε τον Πατέρα, δεν χρειάζονταν πολλά χρήματα, το βιβλιάριο μονάχα και μια καλή φίλη.
Μάθαμ’ αλλά με τον σκληρόν τρόπο μιαν αλήθεια,
που τη μοιράζομαι, γιατί αυτά δεν τα μαθαίνουν καθώς νομίζετε στο πανεπιστήμιο.
Ότι για να επιβεβαιώσει ενας ασθενής ένα βαρύ χειρουργείο
θα πρέπει να πληρώσεις αδρά σε μια εκτός του νοσοκομείου κλινική μακράς νοσηλείας για να παραμείνει σε παρακολούθηση ο ασθενής εκείνος, πέρα από την σύντομη εβδομάδα νοσηλείας στο δημόσιο νοσοκομείο.Μέτα απ’ την σύντομη εβδομάδα σε σηκώνουν θέλεις δε θέλεις, έβλεπες δεν έβλεπες τα εικονίσματα να κατεβαίνουν απ’ το τοίχο.
Μείς δυχτυχώς όπως η μεγάλη πλειοψηφία ως Επιμηθείς περιοριστήκαμε στην δια της φτώχειας διαπίστωση της Αλήθειας.
Έτσι ο Πατέρας πεθανε ένα παράξενο πρωϊνό σε έναν θάλαμο του Κρατικού, καταβαλλόμενος από την αδάμαστη νόσο και μια λοίμωξη που τόσο πολύ αγαπούν να φιλοξενούν τα δημόσια νοσοκομεία.
Του φίλησα το μέτωπο που χε αρχίσει να κρυώνει στο νεκροθάλαμο του Νοσοκομείου, δίχως να πολυκαταλαβαίνω οτι εκείνο ήταν το στερνό αντίο, και πως δεν θα ξανάβλεπα τον ψηλό μελαχρινό άντρα με την βιά τη τόλμη και την αψηφισιά,
που ήξερε απ’ έξω τον Φωτεινό το Ζευγολάτη γιατί τον έπαιξε στο σχολείο, έλυνε τα πιο σύνθετα των σταυρολέξων και μετρούσε τα όσπρια που έβαζε στο τσουκάλι.
Σφυρίζουν από τότε οι Σεμνές όχι για κάποιαν αμαρτία ή παράλειψη, μια για την πρωθύστερη υποταγή στην ταξική μας μοίρα.
«Φωτογραφία εξοχική κατοικία στην Αμοργό σε σχέδια Ιάνη Ξενάκη, την οποία ο Πατέρας θεμελίωσε, κατόπιν κατασκεύασε τον Ξυλότυπο και έριξε τα μπετά ως εργοδηγός το 74, αλλά δεν έλαβε ποτέ την αναγνώριση που του αντιστοιχούσε στην υλοποίηση του έργου