ήταν γλυκιά και στρουμπουλή
σαν φρεσκοψημένο κρουασάν βουτύρου
καθώς κάθισε στο αντιδιαμετρικό κάθισμα
το φουστανάκι της σηκώθηκε ελάχιστα για να ντύσει
την απογευματινή του φαντασίωση
τα πόδια της καθαρά προσεκτικά ξυρισμένα
με μια υποψία λαχταριστής νεανικής κυτταρίτιδας
ένιωθε μια γλυκιά ανάρμοστη έξαψη καθώς
προσεκτικά την κοιτούσε για να μη την προσβάλλει
από τα νύχια ως την όμορφη κορυφή
Ω Τα πορφυρά γυαλιστερά νύχια της, τη φαντάστηκε
γυμνή με δυο λαχταριστούς ρόζ ανθούς στα στήθη
έπαιζε με το κινητό της κι ένα βιβλίο
από τη λίστα των ευπώλητων άρλεκιν
τα μαλλιά της ίσια λαμπερά καλοχτενισμένα
βαμμένα σε μια τυπική απόχρωση του κόκκινου
και τα χείλη της σε μια προσεχτικά
διαλεγμένη βαθυκόκκινη απόχρωση
Τι συνειρμούς έπρεπε να κάνει, τι διατυπώσεις αναίτιες
τι συνειρμοί διέτρεχαν το θαυμάσιο νεανικό μυαλό της
δεν είχε πολλή σημασία η δικτακτορία της συγκυρίας
τα ακινητούσε όλα σε μια θαυμάσια γυάλινη σφαίρα
Σταμάτησε να την κοιτά γιατί εκείνη το κατάλαβε πως την κοιτούσε
και έκανε προσεκτικές κινήσεις να αφοπλίσει την προσεκτικά
αδιάκριτη λαγνεία του. Γύρισε με μια μικρή αίσθηση
απογοήτευσης στο βιβλίο του και δεν την ξανακοίταξε
παρα μόνον κρυφά καθώς σηκωνόταν για ν’ ανοίξει
την πόρτα αμετάκλητης φυγής στον δικό της κόσμο.
Ανέκδοτο Συλλογή Αφροδίτες