Η άνοιξη πέθανε.

Δεν ήταν το βάρος της μοναξιάς που έκανε τις ώρες πιο μεγάλες
ήταν η νοσταλγία της τρυφερότητας και η γνώση της ανεπίστρεπτης απώλειας της,


ήταν η θλίψη που συνοδεύει το μοναχικό βίο, η άρρητη διπολικότητα των εποχών, το φυσιολογικό κιτρίνισμα των φύλλων μα με το ψύχος της γνώσης ότι η άνοιξη πέθανε.

Ο φίλος θα πέθαινε, εκείνος θα έμενε προς το παρόν πίσω να θυμάται χοές και σπονδές, κι ο έρωτας είχε εγκαταλείψει τους γκρίζους κροτάφους για άλλα λιβάδια άλλες παρειές.

Η κλωστή στο κέντημα του χρόνου είχε γίνει γκρίζα και με κάθε καινούργια βελονιά έφτανε ολοένα πιο σιμά στον άφευκτο κόμπο.

μουντά πρωινά του χειμώνα

α\

Τελευταία νοσταλγώ τα μουντά πρωινά του χειμώνα
σε μια εστία καίει φωτιά
δεν χρωστάω, δεν έχω να πάω για δουλειά,
στο τζάκι ψήνεται κάτι αλμυρό που έχει την ανάμνηση του γλυκού η παρέα συνάζεται, και το κρασί κοιμάται για λίγο στην κανάτα πριν χυθεί για να αλλάξει τα γεγονότα

_____________________________________________________________

β\

Ο καθένας μας θεωρεί τον εαυτό του πολύ σοβαρό μεσ’ την κρυστάλλινη του γελοιότητα
Πότε θα βρω κείνη την αγιότητα που ξέρει να σέβεται την γελοιότητα
κι αν είμαι βλάκας θα σας πω ευχαριστώ που γλύτωσα απ’ το να είμ’ κακός
εκών κακός είναι ο έξυπνος και πονηρός που θάρρησε το μάτι του θεού πως ξέφυγε
Είμαι ερωτευμένος με τη Λι προτιμώ να μην τ’ομολογήσω
για να χω να παίρνω ηδονή, τι ωφελεί ο ερωτάς μου
στην άρνησή της να χαθεί
Ολοένα γράφουμε τα ίδια πράματα, ανακαλούμε τραύματα,
κλάματα παιδικά και ράμματα για της ψυχής τα θάματα
Λέω να βάλω τελεία μετά το μετανιώνω, κάτι θα αλλάξει στα χρόνια που θα ρθουν

Κόκκινη Κλωστή Δεμένη

Είχα κάποτε μιαν ανάγκη αγάπης ακριβής
κι ήμουν μονάχος και μόνος σαν πουλί
κι ίσως ακόμη να μην είναι κι αυτό
αληθινό, πως πουλάκι σαν ήμουν
θα μουν μοναχό, Είχα κάποτε την ανάγκη
αλήθεια, μιας μικρής αγάπης αργυρής καθώς
μόνος σε θάλασσα μέσα παγωμένη νεκρή,
κι ήταν τότε που μ’ ηύρες εσύ ·

μου μιλούσες γλυκά κι η φωνή σου ζεστή
σ’ αγκάλη μέσα στοργική με καλούσε κρυφά
κι ήταν η μόνη τότε ανάσα μες την πληγή
Αυτήν σου πέμπω την αγάπη θερμή
ως υπόγειο ύδωρ ακοίμητη και σιωπηλή
να φιλεί σε στα χείλη τα γλυκά κι απαλά
Κόκκινη μονάκριβη Εσύ μου Κλωστή
πάντα και πάντα
αρμονική λευκή θεά και Ζωή

Στην Λου

https://www.facebook.com/stratesfabros

Είχα κάποτε μιαν ανάγκη αγάπης ακριβής
κι ήμουν μονάχος και μόνος σαν πουλί
κι ίσως ακόμη να μην είναι κι αυτό
αληθινό, πως πουλάκι σαν ήμουν
θα μουν μοναχό, Είχα κάποτε την ανάγκη
αλήθεια, μιας μικρής αγάπης αργυρής καθώς
μόνος σε θάλασσα μέσα παγωμένη νεκρή,
κι ήταν τότε που μ’ ηύρες εσύ ·

μου μιλούσες γλυκά κι η φωνή σου ζεστή
σ’ αγκάλη μέσα στοργική με καλούσε κρυφά
κι ήταν η μόνη τότε ανάσα μες την πληγή
Αυτήν σου πέμπω την αγάπη θερμή
ως υπόγειο ύδωρ ακοίμητη και σιωπηλή
να φιλεί σε στα χείλη τα γλυκά κι απαλά
Κόκκινη μονάκριβη Κλωστή μου Εσύ
πάντα και πάντα
αρμονική λευκή θεά και Ζωή
Στην Λου

Έχω μια θλίψη σήμερα βουβή

Έχω μια θλίψη σήμερα βουβή
σαν τ’ άρρητο που μέσα μου σοβεί

και που ποτέ τον δρόμο ακέριο
της γλώσσας δεν θα βρει
τ’ άδικα τα κρυφά τα λάθη
αυτού του κόσμου για να πει

Και τ’ άρρητο που έξω μου σοβεί
θεριεύει ολοένα κάθε λυκαυγή
την πικρα χύνει και δεν αφήνει
τη μάνα Γη δίκιο να δώσει
να γιατρέψει την πληγή

δεν θα την εύρεις κάποιο δειλινό
γιατί ναι τ άρρητο μαύρο και πικρό
δεν θά βγει έξω της ποτές
γιατί η αλήθεια χάνεται στο χθές

Ο μεγαλύτερος εχθρός

Ο μεγαλύτερος εχθρός η μοναξιά
ο δεύτερος έχει τ’ όνομα αρρώστια
ο τρίτος αλαζονεία θέλει αποκληθεί
κι ο τέταρτος θα λέγεται βλακεία

φτιάχνω τη λίστα με εχθρούς
καθώς τα δάχτυλ’ ακουμπώ
στο φιλιατρό της σκέψης
όλοι δικοί μου οι εχθροί

για εμένα φτιάχτηκαν
για μένα και πεινούν
εμένα μαθαίνουν να κοιτούν