Το παρελθόν προσφέρει 

Οι ελεύθεροι άνθρωποι
οι πεπεισμένοι δημοκράτες
οι υπερασπιστές του διαλόγου
οι αμετακλήτως στα ρήματα                                                                                        πειθόμενοι δημοκρατικά,                                                                                                                    μόλις διαφορά γνώμης αντιληφθούν                                                                                            σου κόβουνε τη καλημέρα

 

—-

 

Το παρελθόν προσφέρει
μια εξωραϊσμένη νοσταλγία
για την οποία δεν νιώθω καμιά στοργή
σε ότι αφορά τις ακτιβιστικές
και ιδεολογικές της αυταπάτες
νιώθω αγάπη για τα πρόσωπα
παρόλα τα λάθη μας

 

—-

 

H εξιδανίκευση μέσα από κάποιον -ισμό μου είναι ενοχλητική καθώς μου μοιάζει με την προσπάθεια των στάρλετ να εικονογραφηθούν ως θεές τη στιγμή που κατά τη φωτογραφία κύτταρα τους πεθαίνουν
θέλω τα γεγονότα της τέχνης να απεικονίζουν τις συνθήκες της ζωής σε σύμπνοια με έναν οραματισμό για το αύριο.

Poetry Aesthetic Ethics

ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΣΤΡΑΤΗΣ (ΦΑΒΡΟΣ)

“Η μόνη ξιφολόγχη μου
ήταν το κρυφοκοίταγμα του φεγγαριού απ’ τα σύννεφα.”

Άρης Αλεξάνδρου Ποιητική

ἐὰν μὴ ἔλπηται ἀνέλπιστον οὐκ ἐξευρήσει, ἀνεξερεύνητον ἐὸν καὶ ἄπορον.

Ηρακλειτος Ὁ Λόγος καὶ τὸ Ἕν 18.
[Αν δεν ελπίζεις, δε θα βρεις το ανέλπιστο, που είναι ανεξερεύνητο και
απλησίαστο.]

…τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ’ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον…
Θουκυδίδης επιτάφιος

«Οι ποιητές είναι οι ιεροφάντες της ακατάληπτης έμπνευσης; οι καθρέφτες των γιγαντικών σκιών που η μελλοντικότητα ρίχνει επάνω στο παρόν ; οι λέξεις που εκφράζουν αυτό που δεν κατανοούν ; Οι σάλπιγγες που στη μάχη καλούν, και που δε νιώθουν κείνο που εμπνέουν; Η επιρροή που δεν κινείται, αλλά κινεί; Οι ποιητές είναι οι αφανείς νομοθέτες του κόσμου.»
«Poets are the unacknowledged legislators of the world.»
P.B.Shelley A defense of Poetry

Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου, διατυπώνει ο Wittgenstein στο περίφημο σώμα Λογικό φιλοσοφικόν,

Tractatus Logico-Philosophicus , “The limits of my language are the limits of my world” (“Die grenzen meiner sprache sind die grenzen meiner welt” section 5.6

H ποίηση, και οι ποιητές της, ισχυρίζομαι επαναδιατυπώνοντας το θεώρημα του Wittgenstein, ότι στον ιδιωτικό χρόνο διαμορφώνουν τον γλωσσικό μας ορίζοντα, διαμορφώνοντας συνεπώς τον βιωματικό μας ορίζοντα, τον κόσμο.

Ενώ στον κοινωνικό χρόνο η ποίηση διαμορφώνει δυνητικά τον ηθικό ορίζοντα, την Ιστορία.

Λέει Ο Wittgenstein κάπου αλλού ότι η ηθική και η αισθητική είναι ένα.

Αυτή η καθημερινή επιμονή να καθορίσουμε σε μια έντονα βουλητική προσπάθεια την αισθητική της κάθε μέρας, είναι το βιωματικό και ηθικό πεδίο μας.

Η πέραν της συνθήκης «ανόητη» πίστη στη διατύπωση του γλωσσικού μας ορίζοντα, ενός νέου οραματικού ηθικού ορίζοντα.

Πιστεύω σε μια ηθική και αισθητική ουτοπία της Ποίησης και της Τέχνης, η γλώσσα της οποίας είναι διαμορφωμένη στα μεγαλύτερα του ανθρώπου έργα, και την οποία έχω την ρομαντική αγωνία να ανασυνθέσω εντός και εκτός μου.

Η δράση μας ήθελε διαμορφώσει έναν ποιητικό επαναστατικό ουμανισμό.
Ένα κόσμο δυνητικών γεγονότων ένα κόσμο υπό την εποπτεία των στίχων

Και ορίζω το φαινόμενο αυτό με αυτούς τους στίχους

Ποιητική

1
Αξίζει δεν αξίζει
στέλνω τις εκθέσεις μου σε χώρες που δε γίνανε ακόμα
προδίνω τις κινήσεις ενός ήλιου
που πέφτει την αυγή δίπλα στις μάντρες
επικυρώνοντας με φως
τις εκτελέσεις

2
Η κάθε μου λέξη
αν την αγγίξεις με τη γλώσσα
θυμίζει πικραμύγδαλο.
Απ’ την κάθε μου λέξη
λείπει ένα μεσημέρι με τα χέρια της μητέρας δίπλα στο ψωμί
και το φως που έσταζε απ’ το παιδικό κουτάλι στην πετσέτα.

3
Η μόνη ξιφολόγχη μου
ήταν το κρυφοκοίταγμα του φεγγαριού απ’ τα σύννεφα.
Ίσως γι’ αυτό δεν έγραψα ποτέ
στίχους τελεσίδικους σαν άντερα χυμένα
ίσως γι’ αυτό εγκαταλείπουν ένας-ένας τα χαρτιά μου
και τους ακούω στις κουβέντες όσων δε μ’ έχουνε διαβάσει.

Άη-Στράτης 1951

Aπό τη συλλογή «Άγονος γραμμή» (1952)

Αναζητώ μια προλεταριακή ηθική και αισθητική που μπορεί άριστα να περιγραφεί στο παρακάτω:

“Η ευγένειά τους είναι προλεταριακή. Η αξιοπρέπειά τους, ανθρώπων που δεν παραδόθηκαν ποτέ. Δε χρωστούν ευγνωμοσύνη σε κανένα. Κανένας δεν τους προώθησε. Δεν πήραν τίποτε, δεν ξεκοκάλισαν υποτροφίες. Η καλοπέραση δεν τους ενδιαφέρει. Δεν αγοράζονται. Η συνείδηση τους είναι εντάξει.Δεν είναι τίποτα τσακισμένοι τύποι. Η φυσική τους κατάσταση είναι άριστη. Δεν έχουν τρελαθεί,δεν είναι νευρωτικοί, δε χρειάζονται ναρκωτικά. Δε μοιρολογούν. Δε μετανιώνουν. Οι ήττες τους δεν τους απογοήτευσαν. Ξέρουν ότι έκαναν λάθη, αλλά δεν παίρνουν τίποτε πίσω.”

Hans Magnus Enzensberger – «Το σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας»

Έχω την άποψη ότι οι έννοιες Ηθικός, Αισθητικός, Πολιτικός στην βάση τους ταυτίζονται, όλες μας οι πράξεις που βγαίνουν από το στενό πεδίο του Εγώ μας είναι πολιτικές πράξεις.

Στη μεγάλη εννοιολογική περιπέτεια του Πνεύματος σημασία έχει μόνον η “ηθική” κατάκτηση της Αλήθειας και η διαρκής στοχαστική και εσωτερικά “συνεπής” βιωματική αναζήτηση της κατάκτησής της.

H γνώση διαβρώνει το κακό, είναι τελεολογικά αγαθή.

Τέχνη είναι μια ταλάντωση εσωτερικής αληθείας με αφελή ρομαντικό στόχο το διηνεκές της ανθρωπότητας.

Διαβάζω ποίηση για να νικήσω το Θάνατο

Χρειαζόμαστε ανόητους ποιητές νομοθέτες να εμπνεύσουν μια μεταρρύθμιση τόσο ριζική όσο τα μεγάλα μας παγκόσμια κείμενα, για να ταυτίσουμε την ιδέα με το βίωμα δίχως φειδώ

Τα χρυσά δίχτυα ενός ασχημάτιστου ακόμη ισχυρού όμως και υπέροχα αληθούς Οραματισμού μας ωθούν, προς μιαν αδιευκρίνιστη Ωραία αισθητική και ηθική συνισταμένη.

«Φιλοδοξούμε» σε ένα περιοδικό Ποίησης και Τεχνών με Ηθική Αισθητική και Πολιτική ταυτότητα τον «Ποιητικό Επαναστατικό Ρομαντισμό» όπως παραπάνω τον ορίσαμε.

« Cet été les roses sont bleues; le bois c’est du verre. La terre
drapée dans sa verdure me fait aussi peu d’effet qu’un
revenant. C’est vivre et cesser de vivre qui sont des solutions imaginaires. L’existence est ailleurs. »

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ( ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ)

Η συγκέντρωση των παραμέτρων και των κατευθυντήριων γραμμών μέσα από ένα ευρύ φάσμα, ποίησης, λογοτεχνίας, φιλοσοφίας κλπ, μπορεί να αποτελέσει μαγιά για το ιδεολογικό οπλοστάσιο της προσπάθειάς μας. Φυσικά και δεν πρέπει να παραμείνουμε εκεί, αλλά η επεξεργασία και η επαναδιατύπωση των «προτάσεων» μοιραία καλείται να συμβεί, στα πλαίσια μιας «νέας» γνωσιολογικής θεωρίας στην οποία δεν δύναται ο καθείς μας να συμμετέχει, με επιστημονικά εργαλεία. Δεν είμαστε όλοι φιλόσοφοι, ούτε γράφουμε ποίηση υπό το πρίσμα της αυτής αισθητικής, όλοι. Έχουμε μια βάση όπου συμφωνούμε οι περισσότεροι (αυτή του ποιητικού ουμανισμού, αν υπάρχει τέτοιο πράγμα) έχουμε μια αριστερής προέλευσης «προλεταριακή» αισθητική -τουλάχιστον στις προθέσεις- (όμως και πάλι τι μπορεί να σημαίνει αυτό σήμερα, για τον αναγνώστη που αναζητά από την κίνησή μας μια ταυτότητα αισθητική και μια αλήθεια που μετουσιώνεται σε βίωμα και καθημερινότητα;) έχουμε έναν «ορισμένο» κόσμο ποίησης και δράσης στα λόγια μας που ορίζουν τον κόσμο μας κατά Wittgenstein, αλλά δεν έχουμε τόση ανάγκη θεωρητικοποίησης του ποιητικού γίγνεσθαι για να μεταλάβουμε (να κοινωνήσουμε) την ποιητική πράξη. Τουλάχιστον δεν έχουμε ισοδύναμη ανάγκη να παράξουμε ιδεολογικά εργαλεία επανάστασης, όσο έχουμε ανάγκη την ίδια την -έν των γεννάσθαι- επανάσταση. Η ίδια η ποίηση θα το κάνει αυτό ευκολότερα. Η ίδια η ποίηση είναι από σύννεφα αλλά και από χώμα. Όπως και η δυναμική πεμπτουσία μας δεν αρκεί να μας απαλλάξει από το βάρος της θνητότητας (που όμως αυτή η ίδια η σύλληψη του πεπερασμένου και αυτός ο ίδιος ο φόβος του φθαρτού, είναι η ευλογία μας και η ομορφιά μας) Τελειώνω παραθέτοντας τον Αλεξανδρινό, διότι λέει αυτό που θέλω να πω, πολύ καλύτερα (μην παραθέσω κανένα Βουτσινά με τη μάνα του που έπλενε σκάλες, που είναι το ίδιο).

Το έργον των θεών διακόπτομεν εμείς,
τα βιαστικά κι άπειρα όντα της στιγμής.
Στης Ελευσίνος και της Φθίας τα παλάτια
η Δήμητρα κ’ η Θέτις αρχινούν έργα καλά
μες σε μεγάλες φλόγες και βαθύν καπνόν. Αλλά
πάντοτε ορμά η Μετάνειρα από τα δωμάτια
του βασιλέως, ξέπλεγη και τρομαγμένη,
και πάντοτε ο Πηλεύς φοβάται κ΄ επεμβαίνει.

Κ.Π. Καβάφη, Διακοπή (1901)

ΣΟΦΙΑ ( ΠΕΡΔΙΚΗ)

«Φωνή μου ράτσα υψικάμινου από πλευρό
ανοιχτό του αίλουρου, της ανηφόρας
απ’ τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα
κι ο ήλιος φίδι μες στο σύρμα.
Μην ξεχάσεις φτύσ’ τους…»

Οι στίχοι αυτοί του Κακναβάτου αποτυπώνουν την αίσθησή μου για την ανάγκη που έχουμε να διαποτίσουμε την πραγματικότητα με την αλήθεια που αποκαλύπτεται μέσα από το ποιητικό φαινόμενο.
Την ανάγκη που έχουμε δηλαδή ν’ ακούσουμε, να γράψουμε ποίηση, να διαβάσουμε κείμενα – σ’ ένα περιοδικό εν προκειμένω – τέτοια που να είναι ικανά την Ηθική και την Αισθητική, που είναι ένα, να τη μετατρέπουν σε καθημερινό βίωμα, κείμενα που να δημιουργούν τη φυσική ταραχή για την οποία μιλούσε ο Μπρετόν στον Τρελό Έρωτα, κείμενα που αυτόματα παράγουν «μια ριπή ανέμου στους κροτάφους».

Δύσκολο, ουτοπικό το εγχείρημα; Ίσως. Πράγματι όμως σήμερα, σε μια εποχή με πλεόνασμα κυνισμού, χρειαζόμαστε ποιητές, «ανόητους νομοθέτες του κόσμου». Έχουμε ανάγκη να βγούμε έξω από το Εγώ και να οραματιστούμε έναν άλλο κόσμο. Οι επαναστάσεις βέβαια γίνονται από την κοινωνία, από τον κόσμο της εργασίας, από τις συλλογικότητές τους. Συμφωνώ με την προτροπή οι καλλιτέχνες να συντάσσονται με τις συλλογικότητες αυτές και να παλεύουν μαζί τους. Αυτό όμως είναι άλλης τάξης φαινόμενο, που μακάρι να επηρεάζει το ποιητικό αποτέλεσμα και να υπάρχει διεπίδραση της κοινωνικής δράσης με την ποιητική παραγωγή.
Είναι άλλο ζήτημα το αν θα λειτουργήσει επαναστατικά η φωνή του ποιητή και θα συνεγείρει τις κοινωνίες προς την επαναστατική δράση…

«Όλα κυοφορούνται μες στη γλώσσα», όπως λέει και ο Wittgenstein.

Τι κυοφορείται όμως και ποια η δυναμική του είναι δύσκολο να απαντηθεί συνήθως σε ενεστώτα χρόνο. Η προσπάθεια να εκφραστούμε, που προκύπτει ως προσωπική ανάγκη του καθενός και η συλλογική προσπάθεια να κατακτήσουμε έναν χώρο έμπνευσης με υψηλά αισθητικά και ηθικά κριτήρια αξίζει ανεξάρτητα από το άμεσο αποτέλεσμά της. «Αξίζει δεν αξίζει, στέλνω τις εκθέσεις μου σε χώρες που δε γίνανε ακόμα», όπως έλεγε ο Αλεξάνδρου στην Ποιητική του από τον τόπο εξορίας του. Ή όπως ο Σεφέρης συνοψίζει παρακάτω: «Ο ποιητής δεν έχει άλλο τρόπο να υπηρετήσει την αλήθεια παρά προσπαθώντας να εκφράσει τη δική του αλήθεια, αλήθεια μιας εποχής, που δεν αποκλείεται να είναι και κομμάτι της αλήθειας άλλων εποχών, αν έχει την τύχη να είναι μεγάλος».

ΜΑΡΙΑΝΝΑ (ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ)

Καλλιτέχνης ή λογοτέχνης γίνεσαι μόνο αν πρέπει να βρεις την ομορφιά σ’ ένα κελλί ή σε μια παράγραφο, λέω τώρα…
Οι άνθρωποι συναντιώνται σε κοινότητες αισθημάτων και ελπίδων, συγκινήσεων και προσδοκίας, οδύνης και απελευθέρωσης. Όλα τ’ άλλα, όσα δεν μπορούν να μοιραστούν σαν κοινό κτήμα μέσα από την τέχνη, είναι ιδιωτική ζωή και δεν ενδιαφέρουν κανέναν έξω από τα συγκεκριμένα άτομα. Η τέχνη τρέφεται από το ιδιωτικό, όμως δεν του υποκλίνεται` το ίδιο ισχύει και για το κοινωνικό.
Είναι όμως κι εκείνοι που αγωνιούν να χώσουν την ποίηση στο βρακί τους ή στην τσέπη, επειδή δεν χωρούσε στα σύννεφα. Και για την ποίηση μόνο δυο λόγια:
στο ποίημα κάθεται, στρογγυλοκάθεται, όλος ο εαυτός
κι εκτίθεται.
αν υψώνονται και κάποιοι άλλοι, οι Άλλοι, είναι ευλογία.
στο ποίημα το στοίχημα δεν είναι να μη σε καταλαβαίνουν
το ποίημα μακάρι να έχει ρυθμό, έστω εσωτερικό, έτσι δεν θα πονέσουν τα αυτιά και τα μάτια, πολύτιμα όργανα και θαυμαστά
αν θες να γράψεις φιλοσοφία, υπάρχει η πρόζα
αν θες τη δόξα …..
αν θες την ομορφιά, πέρνα πάνω από όλα τα όνειρα των αιώνων
και τράβα μια γραμμή δική σου

ΚΑΡΟΛΟΣ ( CHARLES BAUDELAIRE )

Ἡ κούνια μου ἀκουμποῦσε στὴ βιβλιοθήκη, Βαβὴλ σκοτεινόν, ὅπου μυθιστόρημα, ἐπιστήμη, μυθολογία, τὰ πάντα, ἡ λατινικὴ τέφρα καὶ ἡ ἑλληνικὴ σκόνη, ἀνακατευόσαντε. Δὲν ἤμουν μεγαλύτερος ἀπὸ ἕνα βιβλίο.

Δυὸ φωνὲς μοῦ μιλοῦσαν. Ἡ πρώτη, ὕπουλη καὶ σταθερή, ἔλεγε: «Ἡ Γῆ εἶναι ἕνα γλύκισμα ὡραῖο· μπορῶ (καὶ ἡ εὐχαρίστησή σου θά ῾ναι τότε χωρὶς τέλος!) νὰ σοῦ δώσω μίαν ὄρεξη παρόμοια μεγάλη». Καὶ ἡ δεύτερη: «Ἔλα! ὤ, ἔλα στὸ ταξίδι τῶν ὀνείρων, πέρα ἀπὸ τὸ δυνατό, πέρα ἀπὸ τὸ γνωρισμένο!».Καὶ ἡ φωνὴ αὐτὴ ἐτραγουδοῦσε ὅπως ὁ ἄνεμος στὶς ἀκρογιαλιές, φάντασμα ποὺ κλαυθμυρίζει καὶ κανεὶς δὲν ξέρει πούθε ἦρθε, ποὺ χαϊδεύει τὸ αὐτὶ κι ὅμως τρομάζει. Σοῦ ἀπάντησα: «Ναί! γλυκιὰ φωνή!».

Ἀπὸ τότε κρατάει αὐτὸ ποὺ μπορεῖ, ἀλίμονο! νὰ εἰπωθεῖ πληγή μου καὶ πεπρωμένο μου. Πίσω ἀπὸ τὶς σκηνοθεσίες τῆς ἀπεράντου ὑπάρξεως, στὸ μελανότερο τῆς ἀβύσσου, βλέπω καθαρὰ κόσμους παράξενους, καί, θῦμα ἐκστατικὸ τῆς ὀξυδέρκειάς μου, σέρνω φίδια ποὺ μοῦ δαγκάνουν τὰ πόδια. Κι ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἀγαπῶ τόσο τρυφερά, καθὼς οἱ προφῆτες, τὴν ἔρημο καὶ τὴ θάλασσα, γελῶ στὰ πένθη κλαίω στὶς γιορτές, βρίσκω μία γεύση γλυκιὰ στὸ πικρὸ κρασί, νομίζω πολλὲς φορὲς γιὰ ψέματα τὶς ἀλήθειες, καί, μὲ τὰ μάτια στὸν οὐρανό, πέφτω σὲ γκρεμούς.

Ἀλλὰ ἡ Φωνὴ μὲ παρηγορεῖ καὶ λέει: «Κράτησε τὰ ὄνειρά σου· οἱ συνετοὶ δὲν ἔχουν ἔτσι ὡραῖα σὰν τοὺς τρελούς!»

CHARLES BAUDELAIRE La Voix (Μετάφραση Κώστα Καρυωτάκη στα Νηπενθή)

 

 

 

Η Ποίηση ως αισθητική ηθική

Επειδή παρά την προσπάθεια αποσαφήνισης των αρχών μας πολλές είναι φορές μες στις σκιές και τη βουή του μπερδεμένου μας παντός που αναγκαία στέκεται μια νέα επίσκεψη

Δεν είναι η ηθική μας μια Αυστηρή και σεμνότυφη δεοντολογική ηθική,

αλλά το σύνολο προτάσεων που περιγράφουν τις πράξεις μας το σύνολο των προτάσεων που εξάγονται από τα κείμενα και περιγράφουν οραματικά έναν δυνατό βίο

δίχως αυτό να μας οδηγεί στην απόρριψη την μισαλλοδοξία το ρατσισμό τον αποκλεισμό στο δικαίωμα της ζωής και της ελευθερίας της

μια δημοκρατική ηθική με ελάχιστους αναγκαίους κανόνες και φανοστάτες τα κείμενα

με κάθε μας πράξη να έχει ταυτόχρονα μια αναλογούσα από τις αρχές αυτές αισθητική αξία

Ας μιλήσουμε

Ένα πνευματικό έργο όπως ας πούμε η μετάφραση των απάντων ενός μεγάλου ποιητή κομίζει ως ελάχιστο μια διανοητική προσπάθεια. Επίσης θυμούμαι να υπενθυμίζω στον εαυτό μου να κρατά στην κριτική του το μέτρο που αναζητά έχοντας ξεκινήσει να τη συναντήσει. Το μέτρο και μια γενικότερη στάση ηπιότητας στο αίσθημα προσέγγισης επιτρέπουν χρόνο για να αναδυθούν οι θετικές αρετές οποιουδήποτε έργου.

Σε ένα δεύτερο βαθμό. Κατά μια προσωπική θεωρητική άποψη, η κριτική σε ένα έργο πρέπει να είναι αναλυτική και να προάγει έναν πρώτο στόχο που θα ήταν η εκπαίδευση των αναγνωστών στην κατανόηση και την εκτίμηση όχι μόνον του μεταφραζόμενου έργου αλλά ενίοτε και στην λειτουργία του έργου που προσφέρεται ως μετάφραση. Ο λόγος που το αναφέρω αυτό είναι γιατί ακούω πολλές φωνές που δεν προάγουν κανέναν παιδαγωγικό στόχο παρά μόνον την ηχηρή αναπαραγωγή ρηχών στερεοτύπων και γνώσεων που ένας μεταφραστής μαθαίνει στα πρώτα βήματα ενασχόλησής του με την Τέχνη του είτε πρόκειται για Λογοτεχνική είτε ακόμα ειδικότερα με την Ποιητική μετάφραση. Δεν μπορούμε συνεπώς να κάνουμε κριτική της μετάφρασης με προχειρότητα γιατί δεν παράγουμε σοβαρά αποτελέσματα για το έργο αλλά και τον διαπαιδαγωγούμενο που είναι ο κύριος παράγοντας κάθε κριτικής.

Όταν επί παραδείγματι μιλούμε για συμβόλαια θανάτου και εγκλήματα καθώς αναφερόμαστε σε προϊόντα της διανοητικής εργασίας της μετάφρασης εισάγουμε στην κριτική μας την στάση του ιδεολογικού αυταρχισμού.
Αυτό δίχως να το κατανοούμε στην ρητορική μας έπαρση αποσυνθέτει τη διαλεκτική και παιδαγωγική ικανότητα της κριτικής.
Εκ της συστάσεως της η κριτική μας γελοιοποιείται

Ας μιλήσουμε λοιπόν για την ηθική της κριτικής στην Ποίηση

Η κριτική πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει το έργο, να είναι εν ολίγοις παιδαγωγική, αναλυτική στα παραδείγματά της και συγκεκριμένη. Να μην πνίγεται σε θάλασσες, να διυλίζει τον «κώνωπα» και να καταπίνει την «κάμηλον». Η αισθητική αγωγή και η πείρα ή η απειρία του καθενός μας είναι πολύ γρήγορα προφανής στο εκπαιδευμένο μάτι.

Το επιχείρημα που κομίζω είναι αυταπόδεικτο εάν στοχαστεί κανείς ποια πιθανόν είναι η λειτουργία της ποίησης. Η ποίηση ισχυρίζομαι είναι για το υποκείμενο ηδονή και για τον ευτυχή τον heureux που λέει ο ποιητής είναι μια αγωγή ήθους, σε μια αρεταϊκή αντίληψη.

Επομένως ο στόχος της κριτικής του ποιητικού έργου είναι ειδικά και γενικά να διασαφηνίσει αυτήν την λειτουργία. Η απώλεια του μέτρου και οι φιλολογικοί ακροβατισμοί με την προβολή αφηρημένων σχημάτων καθώς και η επίκληση λογοτεχνικών ιδεολογιών είναι τα εργαλεία αρχάριων νοτάριων και μόνο θυμηδία προκαλούν στον έμπειρο αναγνώστη της ποίησης δίχως να προσθέτουν ή να αφαιρούν στην λειτουργία της τι σημαντικό.

Γι αυτό το λόγο πρέπει η κριτική να επιχειρείται από ποιητές αναγνώστες, όχι σε μια διάθεση εστετισμού αλλά ούτε φυσικά σε πνεύμα αντιδημοκρατικών αποκλεισμών. Ως μεταποιητική πράξη πρέπει να ανήκει σε εκείνους που έχουν διασχίσει το δρόμο της αγωγής που ισχυρίστηκα, στην αντίθετη περίπτωση δεν είναι παρά ασκήσεις λόγου, μια προσπάθεια ούτως ειπείν να κρατήσουμε μερικά μπαλάκια στον αέρα ως ασκούμενοι μάγοι.

Η αφοσίωση μας αυτή είναι η αγωγή της Νίκης 

Δεν παιδαγωγούν οι ποιητές ούτε οι φιλόσοφοι μήτε οι δάσκαλοι αλλά οι δημοσιογράφοι κι αυτοί είναι στην μεγάλη τους πλειοψηφία πληρωμένοι απ’ το μεγάλο ντόπιο κεφάλαιο που συντάσσεται με το τεχνοκρατικό προσωπικό στο οιονεί μοντέρνο πρόγραμμα μιας δημοσιονομικής τάξης και της ευημερίας των δεικτών ανάπτυξης.Σ’αυτούς συμπληρώστε στην Ελλάδα την Ιεραρχία της εκκλησίας ό,τι πιο μαύρο και συντηρητικό.

Απ’ τους λακέδες δημοσιογράφους και το φόβο προς οποιαδήποτε δημοκρατική πρόοδο βουλιάζουμε στην παρούσα αθλιότητα που δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε. Στην Ελλάδα η Νέα δημοκρατία δεν εκπροσωπεί έναν ανοιχτό προοδευτικό δημοκρατικό φιλελευθερισμό, που θα μπορούσε κάποιος υπό συνθήκες να συνομιλήσει. Δυστυχώς δεν εκπροσωπείται και από κανέναν άλλο.

Με δεδομένο λοιπόν ότι ο ποιητικός φιλοσοφικός και ο εκπαιδευτικός λόγος έχει χάσει την πειθώ της αγωγής των πολιτών, σε μια κοινωνία που βυθίζεται στην απάθεια μιας ανερμάτιστης υλιστικής βιωτής κάποιος δεν έχει λύση, παρά να γράφει απευθυνόμενος στο δυνητικό αναγνώστη μιας ουτοπίας δεν έχει παρά να αναζητά τον έρωτα της γραφής ως αυτοσκοπό, να συνομιλεί με τα παρελθόντα και μέλλοντα αφηγούμενος και πειθόμενος στις αρχές μιας ανακαινούμενης απ’ τα κείμενα αφοσίωσης στην αναγκαία Πλανητική συνείδηση.

Η αφοσίωση μας αυτή είναι η αγωγή της Νίκης
που μπορείτε να τη λέτε και ήττα