Δεν αλλάζει ο Κόσμος Διαβάτη

Κάποιες στιγμές γολγοθάδες
πέφτω και τσακίζομαι
απ’ της απελπισίας όρη
και συνεχίζω μόνο για την Ελευθερία
ισως είναι πρόσχημα
για την αδυναμία, του μπαμπά της
το λευκό βουβό κλειστό κλουβί
κι η γραφή μετ’ από λίγο αμαρτία
μ’ακούς Ω δεν μ’ακούς Κυρία !
κλεισμένη στην στριγκιά φαιά σου
φυλακή πού χτισες για την κατηγορία
Δεν αλλάζει ο Κόσμος Διαβάτη
Δεν μαθαίνω αδελφέ μου απ’ τα λάθη

Χαίρετε ξένοι και γνωστοί

σαν όταν πια δεν πιλαλώ
και απο μια τύχη στέκουμαι
σε πέτρα ν’ αποστάσω
κρατάω το κεφάλι μου
και βρίζω από τα δόντια

γιατί απο τη ζάλη μου
που δεν καταλαβαίνω
πως φέρνει ο Δίας τον καιρό
κι η τύχη την ημέρα !

να που στα νιάτα έλειψε
σοφός να μου τα μάθει
και η αγάπη μάχεται
και η αγάπη φτάνει
μα ποιος εβρέθηκε ποτέ,
στο μέγα τούτο κόσμο
όλα να τα ξερε σωστά
σε όλα να μιλάει
το μάθος να ξεχώρισε
από το μαύρο πάθος;

Χαίρετε ξένοι και γνωστοί
φίλοι αντρειωμένοι
κι η ευτυχία τ’ αγαθό
μα ο πόνος το σχολείο
η γνώση πολυθρύλητη
μα ποιος και που την έχει

όλα θα γίνουν κάποτε
κι ο θάνατος κατόπι
ήρθαμε και περάσαμε
και μιαν ανάσα μόνο
που ναι πικρή σα φάρμακο
κι οι ελπίδες ψέμα μόνο

ποια είναι τα ζητούμενα μας;

Ο θάνατος.., δυάρα λέω ξανά
δεν δίνω στον θάνατο
την αρρώστια μάλιστα,
έχεις να φοβάσαι !

Ω πόσο μακριά πέφτει η εκδίκηση
πόσο γλυκιά η σκέψη της
μαυλίστρα σκέψη,
βούλησ’ αδύναμη
Πάντα θυμούμαι το π’ ο ποιητής
λέει μου και ριγώ
«Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη»
σε σένα πίστεψα το μολογώ

Πείνα για Νέα
Πείνα γι ενασχόληση
Πείνα για το θεαθήναι
ολοένα μια χαμένη συζήτηση
παραθαλάσσιες θίνες

ποια είναι τα ζητούμενα μας;
πέρα από τον καθρέπτη
που την εικόνα φιλεί
ποια είναι τα αναγκαία κυβεύματα
πόσα και ποια τ’ αναγκαία
ζείς με, καλή μου ωραία;

απέχθεια απογοήτευση
κι εγκατάλειψη
κι όμως τον είχε κρεμάσει
η ζωή με μέλι από να τσιγκέλι


Οκτώβριος και Οβριός
Θλιμμένος είμαι και χωλός
χόλος του βίου του ψύχους καύμα
μονήρες έλκος της ζήσης λάμια


ευαίσθητες καρδιές

Για τις ευαίσθητες καρδιές
η δονούμενη λυρική νοσταλγία
της ιδέας του συναισθήματος

Για τις μεγάλες διάνοιες
ο πολύχρωμος κόσμος
της ύπαρξης

Για τους απελπισμένους
η μεταξωτή ολολύζουσα
μαβιά δύση

Το όλον είναι μια διαρκής αναζήτηση
μια ιδανική προσδοκία
ένα άθροισμα διαψεύσεων

Πάντα για το νέο μία συζήτηση

Πάντα για το νέο μία συζήτηση
γκρίζα ελπίδα η αναζήτηση
μια στερεοτυπία καταντήσαμε
νέες πορείες που τις κρύψαμε
στο νέο που κάπου κάποτ’ αφήσαμε

υπάρχει το νέο, το νέο υπάρχει
κράζουμε όλοι μέσα στην πάχνη
στα χνώτα του παρόντος μέσα, το νέο
όταν το συνειδητοποιούμε έχει τρωθεί
από την αμαρτία που πάντα νέα
προβάλλει καινούργια μια συντριβή

κι όσο αφήνουμε την εξαθλίωση
συντρίμμια πίσω μας δικαιοσύνης
το νέο θα πνίγεται σε χασμωδία
βαρύ το βήμα κύκλος ολόκληρος η απαξίωση

κι όσο ανεχτήκαμε την εξαθλίωση
στα τάρταρα κλείστηκ’ η θεωρία
η πράξη μας μόλεψε ξανά τ’ ωραίο
ψάρι μπαγιάτικο πάλι το νέο

τειχος