Ο Διγενής
«Καβάλα πάει ο Χάροντας τον Διγενή στον Άδη,
κι άλλους μαζί… Κλαίει δέρνεται τ’ ανθρώπινο κοπάδι.»
Κωστής Παλαμάς.
Είχαμε καιρό στ’ αλώνια του θανάτου να γυρνάμε
Ήταν πνιχτά και είχε μιαν ηχηρή σιγή νοσοκομείου
Μύριζε υγειονομικά καθαριστικά και κλεισούρα
Φοβόσουνα μη ξεστρατίσουν τα μικρόβια και σιωπούσες
Ο Διγενής στο νεκροκρέβατο μάχονταν πνιγμένος στη μορφίνη
Ένα ύστατο Χαίρε δίχως αντίληψη πια
στην παραίσθηση του πόνου παραδομένος, σ’ανθρώπινο μέτρο
Κι ύστερα κλαίγαν οι γυναίκες που δεν γνωρίζουν
Βουτηγμένες μέσα στην ατέλειωτη λίμνη της θλίψης
με πόνο βουβό πάνω απ’ το τάφο, κι ένα λυγμό μακρόσυρτο.
Στο δημόσιο νεκροταφείο, ήπιαμε καφέ, κονιάκ
και βουτήξαμε ένα παξιμάδι γλυκό,
Σε μια τελετουργία ανόητη.
Θα ξαναγυρνάμε φαίνεται συχνά δω πέρα,
Είναι η εποχή του αποχαιρετισμού,
καθώς μεγαλώσαμε στην επέκταση του προσδόκιμου
ξεχάσαμε ότι άνθρωπος γεννιέται και πεθαίνει.
Μετά η λίγο πριν, θα χαθεί κι ο δικός μας κόσμος, σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Στρατής Φάβρος.
Συλλογή Ασκήσεις Θανάτου
Δημοσιευμένο στο Craftbook 2013