Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς ΠΩΝΤΗΝ

Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς

ΠΩΝΤΗΝ

 

Με τους ανόητους αγανακτισμένος,

τη σκοτεινή κακία του χωμένου μες το μαγαζάκι του γέρο- Πωντήν*,

σκουντούφλαγα ανάμεσα στις βατουλιές και τα κοτρώνια σαν τυφλός,

κάτω απ’ το πρωινό το φως`

Ώσπου, ένα τουρλί στο φωτεινό αέρα λάλησε

κι ένα άλλο αποκρίθη` και εξ αιτίας τους μια σκέψη μου ήρθε ξαφνική,

Πως στο μοναχικό το ύψωμα, εκεί που όλα απλώνονται στο μάτι του Θεού,

όταν η σύγχυση του απόηχου του δικού μας θα έχει ξεχαστεί, δεν γίνεται

να βρίσκεται ούτε μια ψυχή, που να της λείπει η γλυκιά κρυστάλινη κραυγή.

*Πωντήν , παρατσούκλι για το ιρλανδέρικο όνομα Πάτρικ

Μτφρ. Μαριάννα Παπουτσοπούλου

 

 

 

https://allpoetry.com/Paudeen?fbclid=IwAR1qNRjgApTrFrcwnXaxce8iKQAORP-Ko9dv8XmUXx1j_GCFC8HTl-TyXJk

 

 

INDIGNANT at the fumbling wits, the obscure spite
Of our old paudeen in his shop, I stumbled blind
Among the stones and thorn-trees, under morning light;
Until a curlew cried and in the luminous wind
A curlew answered; and suddenly thereupon I thought
That on the lonely height where all are in God’s eye,
There cannot be, confusion of our sound forgot,
A single soul that lacks a sweet crystalline cry.
Paudeen and Biddy are seen as a derogatory and demeaning names for Irish Catholics who in the 1880s and 1890s might have been called «the children of the Gael». Paudeen’s actially meaning is little Padraig or Patrick and comes from the Larin Patrician or nobleman.
JS © by owner. provided at no charge for educational purposes

——————-

 

Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς ΠΩΝΤΗΝ

ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΣ με τις αδέξιες ξυπνάδες , τη σκοτεινή χολή
Του γέρο- Πωντήν μας μέσ’ στο μαγαζί του, παραπατούσα στα τυφλά
Στα κοτρώνια ανάμεσα τ’ αγκαθερά τα δέντρα, κάτω απ’ το πρωινό το φώς
Ώσπου, μια τουρλίδα έκρωξε και μεσ’ στον φωτεινόν αγέρα
Μιαν άλλη αποκρίθη • και ξαφνικά κείθε μια σκέψη μού γεννήθη ,
Πως κει στη μοναξιάς το ύψωμα, κει που όλα στο μάτι είναι του Θεού,
κεί δε θα μπορεί, του ήχου μας η σύγχυση σαν κείται ξεχασμένη,
ούτε ψυχή να βρίσκεται, που να της λείπεται γλυκιά καθάρια μια κραυγή.

Μεταφραστική Παραλλαγή

Στρατής Φάβρος

 

—–

 

Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς
ΠΩΝΤΗΝ
ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΣ με τις αδέξιες ξυπνάδες , τη σκοτεινή χολή
Στου γέρο- Πωντήν μας μέσ’ στο μαγαζί , παραπατούσα στα τυφλά
Στα κοτρώνια ανάμεσα τ’ αγκαθερά τα δέντρα, κάτω απ’ το πρωινό το φώς
Ώσπου, μια τουρλίδα έκρωξε και μεσ’ στον φωτεινόν αγέρα
Μιαν άλλη αποκρίθη • και ξάφνου κείθε μια σκέψη μού γεννήθη ,
Πως κει στη μοναξιάς το ύψωμα, κει που όλα στο μάτι είναι του Θεού,
κεί δε θα μπορεί, του ήχου μας η σύγχυση σαν κείται ξεχασμένη,
ούτε ψυχή να βρίσκεται, που να της λείπεται γλυκιά καθάρια μια κραυγή.

(2η) Μεταφραστική Παραλλαγή Στρατής Φάβρος

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΜΑΡΣΕΛ ΠΡΟΥΣΤ σχετικά με τον Μπωντλαιρ – μετάφραση Μαριάννα Παπουτσοπούλου

« Μή εἶναι βασιλικήν ἀτραπόν ἐπί γεωμετρίαν.»

Λέγεται ότι είπε ο Ευκλείδης στον Πτολεμαίο Α’, και πως να διαφωνήσει κανείς με τον Ευκλείδη. Μήπως όμως μπορεί να υπάρξει βασιλική οδός στην ανάγνωση για τον αναγνώστη Γεωμέτρη;
Οι ορειβάτες στο Θιβέτ προσλαμβάνουν ντόπιους οδηγούς για να τους οδηγήσουν σε ασφαλή μονοπάτια. Θα μπορούσα ενδεχομένως να οδηγηθώ και σε άλλες παρόμοιες όμορφες υπερβολές όπως ότι τα μαντεία είχαν τις Σίβυλλες κ.ο.κ, οδηγημένος από την ευδαιμονική διάθεση στην γαλήνη της οποίας με έφερε απαλά η ηχώ της συνεχιζόμενης πρωινής μου ανάγνωσης στο μετρό, της επιστολής του Μ. Προύστ προς τον Ζακ Ριβιέρ όπως μεταφράστηκε από την άοκνη οδηγό στα μονοπάτια της γαλλικής ποίησης Μαριάννα Παπουτσοπούλου.
Η μεταφράστρια ανακάλεσε ωραία με τη μετάφραση της την λεπταίσθητη Σίβυλλα της πένας του Προυστ
– στην προσεγμένη έκδοση των εκδόσεων κουκούτσι πράγμα που εκτός των άλλων μαρτυράται από την έλλειψη τυπογραφικών, πλήν ενός μικρού που ανακάλυψα στο αυτί του οπισθόφυλλου όπου ένα «γεννήθηκε» έχει γίνει «γεννήθηκλε» –
Η ανάγνωση μου σημειώνει τα εξής:
Η σκέψη για τη βασιλική οδό στοιχειοθετείται από το γεγονός της μετάφρασης ενός κειμένου που μας οδηγεί στην ειδική άποψη του Μ. Προυστ στην γαλλική ποίηση όπου ο τελευταίος ανθολογεί θαυμάσιους στίχους του Κ. Μπωντλαίρ του Β. Ουγκό αλλά και άλλων μεγάλων Γάλλων ποιητών του 19ου, ποιος άραγε θυμάται τον «ευγενή Συλύ Πριντόμ», πρώτο Νόμπελ λογοτεχνίας,
εισάγοντας μέσα από την προσεκτική δίγλωσση μετάφραση των στίχων με την οποία μπορεί κανείς να διαφωνήσει, επειδή ακριβώς του δίνεται η ευκαιρία, σε μια οιονεί βασιλική οδό τον Γεωμέτρη αναγνώστη που έχοντας περάσει την γέφυρα, Pons Asinorum, σαν θα λέγαμε της εύκολης γνώσης,γεύεται τους πολυσχιδείς καρπούς της έξοχης μεταφραστικής επιμέλειας της οδηγού.
Η εργασία σταλάζει ως ένα θαυμάσιο θεωρητικό απόσταγμα της σκέψης του Μ. Προυστ.

Μια ευτυχής ματιά

uuuuu

Μισοΰπνι

Μισοΰπνι

Μας κατοικούν αγάπες.
αναμνήσεις των χαδιών, χέρια ανθρώπων
ματιές, αρώματα, σκιές στον Άδη`
μόνο καμμιά φορά
στο μισοΰπνι του πρωιού
σα να αδειάζει η θέση τους
και η μοναχική ζωή
ολόγυμνη από παρηγορίες
προβάλει`
δεν έχεις να της πείς
παρά μονάχα:
«σε γνωρίζω»
κι ευθύς,
σα να τρομάζουν οι καλές σκιές
σου στέλνουν τους θορύβους
της ζωής, μιλήματα
ή κελαϊδίσματα νεαρά
του ανέμου.

Μαριάννα Παπουτσοπούλου /2016

Παρουσίαση της Ποιητικής Συλλογής της Μαριάννας Παπουτσοπούλου: «Το Σωσίβιο Φτερό»

Ας αρχίσουμε με ένα στερεότυπο
Η τέχνη των γραμμάτων θα έρθει σε ένα τέλος πριν το 2000 μχ και θα υπάρξει
ένας τρόπον τινά σκοτεινός μεσαίωνας μέχρι το 2700 μχ.
Ezra Pound [1]
Αυτή ακριβώς η μεγαλορρήμων δυστοπία
που στήνει η ενόραση του Pound
είναι σαν να αναζητά να καθορίσει την τέχνη όχι με τέχνη
αλλά ως επιθετικός προσδιορισμόςΠως καταπέφτει;Όταν η Μαριάννα μου έκανε την πρόσκληση
να παρουσιάσω το καινούριο της βιβλίο
επειδή την διαβάζω καθημερινά διαβάζω
δηλαδή μεταφράσεις της ή ποιήματα της ή πεζά
στις δημοσιεύσεις της στο διαδίκτυο
και νομίζω πως έχω μια εικόνα της κατεύθυνσης της
γραφής της ως μια μια ουμανιστική ευαίσθητη γραφή
με άξονα το ελάχιστο
«Πρωϊ της μονάξιας, μυγάκι εφήμερο
λύπη μου φιλντισένια, γλύφω την άκρη μιας ανάμνησης
(ο κόσμος σαν να εχάθη)»
από το Ομώνυμο της συλλογής ποίημα το Σωσίβιο Φτερότην αγάπη

ότι καλό αντίκρισαν τα μάτια μου
η αγάπη σου μου το ‘φερνε
μαζί διαβήκαμε κι αυτή τη φυλακή.

ibid

το δίκαιο και το ηθικό.

» κι εκεί, την έσχατη ώρα
αντί για μια κατάρα
ακουστεί η μουσική που την ψυχή μου θ’ αγκαλιάζει
κι όμοιο με του ανέμου μια ριπή
κι από την αδικία μακριά
κάθε ουσία μου
θ’ αποτραβηχτεί «

Από το ποίημα 2. Εκεί

Έπιασα το εαυτό μου τότε να αναρωτιέται
τι είναι αυτό που μπορώ να πω για την ποίηση
μιας ποιήτριας ολοκληρωμένης σε συναισθηματικό
εννοιολογικό

και σε τεχνικό επίπεδο
που δεν υπάρχει ένα ποίημα δίχως να το διατρέχει
η παρουσία του μέτρου

«Ήρθε ο Καλός μου, έφτασε
να πιω το καιρό
απ’ το στόμα του
καιρό φοβερό που εμίσεψε
και ξέχασα πως να τον βλέπω
τα μάτια τα χέρια, το γέλιο του.
————-

7. Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ

Χορδές σα βελονιές
μπάλωμα κουρασμένου αγκώνα
κλειδια στη ράχη μιας χελώνας
και το τραγούδι κλειδωνιά
να μπεις και να ‘ρθεις

Αν είναι κι έρθεις μια φορά
θα ναι’ για πάντα

1. Λυρα

αλλά και ηθικά με την έννοια ότι ο προβληματισμός της δεν στέκει
αμφιταλαντευόμενος νεαρός και ανώριμός για το τι θέλει να πει
αυτό όχι ως υπαινικτικό ενός δέους αλλά δέους.

Σταθήκαμε μετά από ένα καυγά, όχι, πεισματωμένη
αψιμαxία, σειρά ακακίες από πανω κοροιδεύαν …. με-
τρούσαμε κουρέλια εγωισμών κι υποταγής κι έτσι ένα-
ένα βγάλαμε τα ρούχα τα παλιά κι όλα τα ρίξαμε στη χόβολη της μήμης. Ιδέες,
κουρασμένα αισθήματα ανατροπές, πάθη , τερπνές χαρές ισώματα, καλλιγραφίες

11.Γλώσσα στον άνεμο

Έπιασα τον εαυτό μου να στέκει επίσης μπρος στο ερώτημα

Γιατί πρέπει να γράφουμε ποίηση;
Τι πιάνει όλη την αλήθεια απο εδω μέχρι το Κομπάνι
και από την πρώτη λέξη του λόγου μας ως την τελευταία;
και γιατί καταπέφτει η υπερφίαλη δυστοπία του μεγάλου ποιητή
με τη διεκδίκηση του ασήμαντου

τότε ήταν που κατάλαβα πως είχα κινήσει μέσα και έξω για την αλήθεια
ως νάταν η Ιθάκη

Κι ας ήταν αυτο μοναχά που είχα μονάχο αποκομίσει ,
από το μικρό κομψό τόμο
που απορροφημένος διάβαζα τα βράδια
δίχως κανένα μαύρο ίχνος να σκιάζει την ανάγνωση μου
αυτό έφτανε

μια ποίηση απαλή μικρή στην φόρμα της και στην ουσία της βαθιά ευαίσθητη

«Παλιόπαιδο που πήρες
παραμάσχαλα ολόκληρη πατρίδα»

Πέντε μονόχορδα για τον Κώστα Σακκά

Χωρίς σου στο τραγούδι
πως να πορευτώ
Αμέτρητες Βελόνες του καιρού
χαράζουν τέρματα

5.Φεγγάρι

Είναι κάτι γαυλόξυλα
που μοιάζουνε χεράκια
του ήλιου ξεβρασμένα τάματα

Είναι κάτι γιαλόξυλα
ίδια τα χέρια των παιδιών
που δεν εχώρεσαν στην αγκαλιά μας και χαθήκαν

3. Χεράκια

απαλή λοπόν τρυφερή και ευαίσθητη ποίηση
που σου φέρνει τα κλάματα, αλήθεια με πήραν και μια δύο φορές τα δάκρυα
ίσως είναι που μεγάλωσα και όλο τα δάκρυα κυλούν στο προόσωπο μου
είναι όμως ποίηση απαλή σαν φτερό και μουσική
και με καθρέπτες που σου μιλούν για το σωστό

βουτά ετούτη η ποίηση στο πηχτό σα μέλι της αλήθειας
μεταφυσικό χυμό και ανασύρει θραύσματα που γι αυτό
βρίσκονται όμοια και αυτούσια σε παρελθόν και μέλλον,

είναι ήχοι όμοιοι με την μεγάλη ποιητική μας παράδοση

Δεν ξέρω να σου πω αν ο κόσμος – θαύμα
θέλει μας, κι αν ίσως πάλι λάμπει

Σωσίβιο φτερό

Χωρίς σου πως να πορευτώ

Φεγγάρι

και μας διδάσκουν επομένως ανάγνωση

για παρελθόν και μέλλον
και την ηθική στάση στο παρόν και το
αειπάρθενο μέλλον

οι ίδιες «αρχές», Αγάπη δικαιοσύνη έρωτας θάνατος
αποχωρισμός νόστος επιστροφή, πόνος στόνος καημός…
συνέχουν την ποίηση πάντα
αυτό που αλλάζει είναι η γλώσσα
και φυσικά ο πραγματολογικός
συσχετισμός ή όχι
αλλά η γλώσσα κουβαλά τα σουσούμια
της ιστορίας της

η ποίηση της Μαριάνας Παπουτσοπούλου
αυτό το χαρακτηριστικό έχει ότι
απαντά στα ερωτήματα του κόσμου
που τα συνέχουν οι ίδιες πάντα αρχές
με τη γλώσσα του καιρού μας
αλλά μέσα στη ποιητική παράδοση
εντάσσοντας μορφολογικά και τεχνικά χαρακτηριστκά της

Κι ως στο τραπέζι μου σκυφτή
ενύχτωνα με τ’άδοξα του κόσμου
αιχμηρά του αινίγματα
με κοίταξες και πέρασες
αχνός στο γέρμα του καλοκαιριού
στερνό ανατολίτικο Τζιτζίκι

4. Αλήθεια σ’ άλλον ποιητή

(το επίθετο αχνός μου θύμισε τη στροφή του Σεφέρη)

Μετά την ποικίλη στοά, μετά κι από τη στροφή
των απεγνωσμένων σπονδών μας
που αναβοσβύνουν συνομωτικά μια νύχτα που γέρνει
σκαμμένη γλυφές ταβανιών και ωραίων θανάτων
θα πρέπει να υπάρχει στο άπειρο, διάπλατο
κι ανάλαφρα αναρριχτό στην σελίδα του τέλους , το πρότυπο
η ιδέα αυτή, η ατόφια της αγάπης, η ιδέα Αγάπη,
η κορασίδα αγάπη, η κίνηση αγάπη, η ανοησία αγάπη,
ο χορός αγάπη μου, η ευλογία της αγάπης σου
που βρίζει σα χτήνος κάθε φορά που σκάει
από την αρμυρή κρούστα που γράφουν τα διπλοκαρφα δάκρυα

13 ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ

Παραμυθητική και ρέμπελη, ανελέητη
Χριστέ , που ν’ η αλήθεια

4, Αλήθεια σ’ αλλον Ποιητη

Εκείνο το αλάτι στο βαθύ σου μάτι,
κάτω από το μελανό χαλκά παλιού καημού
στόνος ανήκουστος, κελαηδισμού μισό φεγγάρι
Κι ήρθες . Κι ούτε κατάλαβα το πως η σκοτεινιά έγινε φως

14 Συνάντηση

κι υπάρχει βέβαια και η μαγεία του κόσμου
που αναγνωρίζει η ποιήτρια και τη λαλεί
όπως υπαρχει η μαγεία της ποιήτριας
που είναι η γλώσσα κόσμος της

Και της κιθάρας η χορδή ‘ πα στο κλαρί της να ξεμένει
ακούρντιστη, σα μια νεροκλωστή φτενή, ώσπου
μια νούτσικη ανάσα φουσκωμένη από την οργή
και τ’ ονειρό της
καταπάνω το κενό να βλεφαρίσει
με τη σφεντόνα κυνηγώντας τα θεριά μες τις μονιές τους

Το άστρο των πλειάδων, δες, ρυγώντας, πως τρεμίζει στην ανατολή…

15 Ανατολή

Κι ό Έρωτας ο Έρωτας μ’ ολα τα προσωπά του

Χίλιες νύχτες βουερά τεριρέμ των ερώτων μας πλάγια
ισοκράτημα πόθων στη μέγκενη
των οδόντων σου το μελίρρυτο άστραμα
της θωπείας επτά θαλασσών και των δρόμων οκτω
απ’τη σιέρρα στα νεφούρια του Ευρίππου
οι αύρες πετούν της καρδίας μου,
η δική σου εδω, της παραστιάς η θεράπαινα
του κορμιού σου φλεγόμενου, εορτάζουσα μένω
Άι κυπαρίσι φετρωτό μου

16 Άι κυπαρίσι φετρωτό μου

κι’ η Μουσική

17 Σταλαγμίτης / Δεύτερο μισό

Γίνεσαι ξεγίνεσαι καινούριος, κ’ άπληστος γίνεσαι στην ανάγνωση
με τέτοια ποίηση,

γυρεύοντας το λοιπό μιαν αφορμή για να πω ενα τι
ήρθα ξανά στο γιατί και με θυμήθηκα να γράφω

Στη μεγάλη εννοιολογική περιπέτεια του Πνεύματος σημασία έχει μόνον η «ηθική» κατάκτηση της Αλήθειας
και η διαρκής στοχαστική και εσωτερικά «συνεπής» βιωματική αναζήτηση της κατάκτησης της.

Και η Μαριάννα απάντησε σε μια ηχώ που ρχεται πάλι και ξανά
στην ποίηση της την πλατιά

«Με δάσος χαρακιές ως γραφεται κάθε ψυχή»

Στρατής Φάβρος
[1]: https://books.google.gr/books?id=uD-id3vcwqoC&pg=PA83&lpg=PA83&dq=eZRA+pOUND+2700+AD&source=bl&ots=OWXJ-EOeQE&sig=PnESeG9ICrGlolfYz70-f_DsFls&hl=el&sa=X&ved=0ahUKEwjvvvC2rLDJAhWLCSwKHa9MDvMQ6AEINTAD#v=onepage&q=eZRA%20pOUND%202700%20AD&f=false
MARIANNA

Ρόδια

Ρόδια

Οι χάντρες σπόρια του ροδιού που ξεκουκκίστηκαν
στα γόνατα της πρώτης μας χρονιάρας νύχτας
κρυφά μια-μια κατρακυλούν στα μάρμαρα κατώφλια σου
τρώνε και πίνουν στις χλωρές πηγές του νόστου συντροφιά μας.

Χάντρες που μέτρησαν φροντίδες ώριμες και ώρες των χαδιών
που παραχώσαν χέρια μητρικά, φλουριά σε αρμυρά καρβέλια.
ανακατεύουν τα τσιγγάνικα μαντάτα στα χαρτιά,
και κομπολόγι σπέρνουνε τραγούδια ξεχασμένα.

Σπόρια που πιάσαν και φυτρώσανε σε φτωχικές αυλές
χάντρες που εδωσαν στο κοκκινέλι μας θολά ρουμπίνια,
αίμα μεταλαβιά σ’ ασημοκαπνισμένο κύπελο παλιό,
κι αγίασμα που κύλησε γλυφό νερό σε μάντρες και σε ξερονήσια.

Μα οι χάντρες που εδώ κυλούν από τα μάτια σου
μιλούν για όσα μπόρεσες, για όσα χέρια αλλάζοντας σωθήκαν
κείνα που σ’ εγδαραν κρυφά, που τ’ αφησες να σε πονούν
γιατι πολύ μετρούσαν, κι όσα σού μαθαν πολύ τ’ αξίζαν..

Μαριάννα Παπουτσοπούλου

ανέκδοτο ποίημα 2014

rodia