Το κοινοτάφιο

Κηδέψαμε τη μητέρα μιαν ημέρα
Ο τάφος λιτός με λιγοστά λουλούδια
αφου ηταν μάνα αγοριών
που δεν τα έχουν καλά
με την κηπουρική των λουλουδιών


Πήγαιναμε στην αρχή στις εκκλησιαστικές
υποχρεώσεις, τον πατέρα τον είχαμε
θάψει παραπάνω
Λέγαμε ένα σύντομο γεια και στους δυο
σαν στου Αχεροντα την είσοδο πηγαίναμε
για τις καθιερωμένες σπονδές

Στον πατέρα είχαμε κάμει πολιτική κηδεία
κι έτσι είχαμε πάντα λιγότερ’ ευκαιρία
χοές να χύσουμε κρέατα να τσικνίσουμε
να φτάσει η κνίσσα στον κάτω κόσμο

Ήρθε κάποτε η βαριά της εκταφής ημέρα
που δεν θα υπήρχε καντήλι
ουτε για φίλο μήτε και για τον εχθρό
τις λεπτομέρειες θα τις κρατήσω

Έφευγα σκυφτός πολύ καιρό μετά
που σιωπηρά συναίνεσα
στο κοινοτάφιο η μητέρα να μεταφερθεί

Σκεφτόμουν έπειτα για καιρό πως θα μου έκανε παράπονο
Στο τέλος συμβιβάστηκα γιατί ταχατες
δεν θα ταν μόνη στου κοινοτάφιου την πόλη

Πάω τωρα πια στο τόπο εκείνο κι αφήνω της λουλούδι
και συλλογιέμαι πως σαν θα χαθώ σκόνη και λόγια
κνίσσα και μοιρολογητά για κεινους που μένουν
θα είναι του κόσμου του πικρού παρήγορα τα ρόδα

η κανονικότητα της ιδιωτικότητας

Αυτή η κανονικότητα της ιδιωτικότητας
αυτή η γενικευμένη σήψη

Ποτέ δεν θα νικήσει το συναίσθημα
ο αδαής άσπιλος ρομαντισμός
η μεγάλες καρδιές

θα σύρονται πάντα ολοφυρόμενες
βυθισμένες στη θλίψη
και την απόγνωση
αδύναμες από τ ‘ολέθρια
τραύματα του κυνισμού

Ποτέ δεν θα νικηθεί το συναίσθημα
ο αδαής άσπιλος ρομαντισμός
η μεγάλες καρδιές

Θα σκάβουν πάντα σιωπηλά και υπόγεια
βαθιά μέσα και πέρα από
τα ορυχεία της ελπίδας

όχι ως μηχανισμός επιβίωσης
αλλά ως η ταυτότητα της ανθρωπιάς
Αυτή είναι η απάντησή μας
στην κανονικότητα της ιδιωτείας σας.
Σε αυτή τη σήψη που λυσσαλέα ξερνάτε

19/01/2022 ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟ

Oμορφιά

‘Oταν σαν μέσα σε ταξίδι σκοτεινό
φτάνεις σε ξέφωτο κρυφό
την ομορφιά κρυστάλλινη και φοβερή
για να αντικρύσεις
σαγήνη σε ζώνει μια πληγή
σε πνίγει ο φόβος κι η αυγή
στην λίμνη λύπη σε ρίχνει μια λιγοθυμιά
για θάνατο κι όλάκερη ζωή


όταν σαν μέσα σε ταξίδι σκοτεινό
φτάνεις σε ξέφωτο κρυφό
την ομορφιά κρυστάλλινη και φοβερή
για να αντικρύσεις
μια σαγήνη σε ζώνει μια πληγή
σε πνίγει ο φόβος κι η αυγή
στην λίμνη λύπη σε ρίχνει μια λιγοθυμιά
για θάνατο κι όλάκερη ζωή

όταν σαν μέσα σε ταξίδι σκοτεινό
φτάνεις σε ξέφωτο κρυφό
την ομορφιά κρυστάλλινη και φοβερή
για να αντικρύσεις
σαγήνη σε ζώνει μια πληγή
σε πνίγει ο φόβος κι η αυγή
στην λίμνη λύπη σε ρίχνει μια λιγοθυμιά
για θάνατο μέσα στην πεθυμιά

Όταν σαν μέσα σε ταξίδι σκοτεινό
φτάνεις σε ξέφωτο κρυφό
την ομορφιά κρυστάλλινη και φοβερή
για να αντικρύσεις
σαγήνη σε ζώνει μια πληγή
σε πνίγει ο φόβος κι η αυγή
στην λίμνη λύπη σε ρίχνει μια λιγοθυμιά
για θάνατο κι όλάκερη ζωή

Ένα μελτέμι δροσερό
το παλικάρι της το νιο
σαν λιγαριά στημένο
κι η κόρη ασπροντυμένη
ειν η ζωή σαν όνειρο, πληγώνει
μια νύχτα μ’ αστρά για ταφτά γυμνώνεται μελώνει

Ευτυχία

Ευτυχία είναι η γνώση του να ζεις στο παρόν
Το πρωί σκεφτόμον τη λέξη ακριτομυθία
και μια φωνή μου απαντούσε με τη λέξη ακρασία
Υπήρξα για πολλά χρόνια μέσα σε μιαν ομίχλη
παλεύοντας με τον αχαλίνωτο εαυτό
ήμουν δυστυχισμένος δίχως να ξέρω το γιατί ·
αλλά κείνο το ποτάμι με φερε ως εδώ
Ξυπνώντας καποια μέρα ξεκίνησα
αλλιώς να βλέπω μα και να κοιτώ
κείνο το ποτάμι τώρα τ’ αγαπώ.

14/9/21 Σε μια συνοικία του μέσα εαυτού

Μου λείπει ένα απόγευμα

Μου λείπει ένα απόγευμα
που θα σε συναντούσα
σαν να ήμασταν έφηβοι πάλι
μέσα σ’ ενα παρκάκι το δείλι


εσύ θα φορούσες ένα φουστανάκι
ανάλαφρο με μοτίβα λουλουδιών πιέτες και φουρώ
θα άφηνε όμορφα τους λευκούς σου μηρούς
να προβάλλουν καθώς θα γυρνούσε
στ’ αλαφρό λίκνισμα του κορμιού σου

τα χείλη σου θα σαν περασμένα
με το κόκκινο μιας καλοκαιρινής
μπουκαμβίλιας και η γεύση του
φιλιού σου θα μ’ άφηνε στη
μνήμη βανίλια υποβρύχιο

Θα θυμόμουν μετά πολλά χρόνια
τα θαύματα κείνου του απογεύματος
και θα πέθαινα κάποτε με τη γεμάτη καρδιά
του αμάλαγου έρωτα της βανίλιας στο στόμα


5/9/2021

Μου λείπει ένα απόγευμα
που θα σε συναντούσα
σαν να μασταν έφηβοι πάλι
μέσα σε ένα παρκάκι το δείλι

εσύ θα φορούσες ένα φουστανάκι
ανάλαφρο με μοτίβα λουλουδιών πιέτες και φουρώ
θα άφηνε όμορφα τους λευκούς σου μηρούς
να προβάλλουν καθώς θα γυρνούσε
στ’ αλαφρό λίκνισμα του κορμιού σου

τα χείλη σου θα σαν περασμένα
με το κόκκινο μιας καλοκαιρινής
μπουκαμβίλιας και η γεύση του
φιλιού σου θα μ’ άφηνε στη
μνήμη βανίλια υποβρύχιο

Θα θυμόμουν μετά πολλά χρόνια
τα θαύματα εκείνου του απογεύματος
και θα πέθαινα κάποτε με τη γεμάτη καρδιά
του αμάλαγου έρωτα
5/9/2021