The Sorrow of Love BY W B YEATS

Ο καυγάς ενός σπουργίτη κάτω από το γείσο τη στέγης,
Το λαμπρό φεγγάρι κι όλος ο γαλακτώδης ουρανός,
Κι η όλη διάσημη εκείνη αρμονία των φύλλων,
του ανθρώπου αποδιώξαν την εικόνα και την κραυγή

Ένα κορίτσι τότε ξεπρόβαλλε με κόκκινα του πένθους χείλη
κι έμοιαζε σαν το μεγαλείο του κόσμου δακρυσμένου,
καταδικασμένο σαν τον Οδυσσέα και τα θαλασσοδαρμένα πλοία,
και σαν τον Πρίαμο περήφανο τον με τους συντρόφους του σφαγμένο ·

Ξεπρόβαλε, και στη στιγμή γείσα της στέγης που βοούσαν
Ένα φεγγάρι που σκαρφάλωνε έναν άδειο ουρανό,
Κι όλος ο θρήνος των φύλλων δεν μπορούσαν
Παρά του ανθρώπου ν’ ανασυνθέσουν την εικόνα και την κραυγή

W.B. Yeats
Η θλίψη της αγάπης
απόδοση : Στρατής Φάβρος

The Sorrow of Love
BY WILLIAM BUTLER YEATS
The brawling of a sparrow in the eaves,
The brilliant moon and all the milky sky,
And all that famous harmony of leaves,
Had blotted out man’s image and his cry.

A girl arose that had red mournful lips
And seemed the greatness of the world in tears,
Doomed like Odysseus and the labouring ships
And proud as Priam murdered with his peers;

Arose, and on the instant clamorous eaves,
A climbing moon upon an empty sky,
And all that lamentation of the leaves,
Could but compose man’s image and his cry.

I died for Beauty – but was scarce by Emily Dickinson

Απέθανα για την ομορφιά- μα ήμουν δε ήμουν βολεμένος
Καθώς στον τάφο ξαπλωμένος
Σαν κάποιος για την Αλήθεια, πεθαμένος-
Στο διπλανό το δώμα ήρθε ξαπλωμένος

Σιγά μιαν ερώτηση μουρμούρισε, «Γιατί τα τέντωσα»;
«Για την ομορφιά» τ’ απάντησα
«Κι εγώ -για την Αλήθεια- ένα οι δυο τους-
Αδέλφια είμαστε», μου είπε και σώπασε

Στο λοιπό, σαν σόι, στη νύχτα π’ αντάμωσε
Στα δώματα μιλούσαμ’ ανάμεσο
Ώσπου βρύα τα χείλη μας κάλυψαν
Και τα ονόματα μας η λήθη απάλειψε

Απόδοση: Στρατής Φάβρος


Απέθανα για την ομορφιά- μα ήμουν δε ήμουν βολεμένος
Καθώς στον τάφο ξαπλωμένος
Σαν κάποιος για την Αλήθεια, πεθαμένος-
Στο διπλανό το δώμα ήρθε ξαπλωμένος

Σιγά μιαν ερώτηση μουρμούρισε, «Γιατί να πέθανα»;
«Για την ομορφιά» τ’ αντέτεινα
« -για την Αλήθεια- εγώ, μα ένα κι οι δυο τους-
κι Αδέλφια εμείς», μου είπε κι αυτός

Το λοιπό, σαν σόι, στη νύχτα π’ αντάμωσε
Στα δώματα μιλούσαμ’ ανάμεσο
Ώσπου βρύα τα χείλη μας κάλυψαν
Και τα ονόματα μας η λήθη τ’ απάλειψε

Απόδοση β: Στρατής Φάβρος

I died for Beauty – but was scarce

RW 448

I died for Beauty – but was scarce
Adjusted in the Tomb
When One who died for Truth, was lain
In an adjoining Room –

He questioned softly «Why I failed»?
«For Beauty», I replied –
«And I – for Truth – Themself are One –
We Brethren are»,  He said –

And so, as Kinsmen, met a Night —
We talked between the Rooms –
Until the Moss had reached our lips –
And covered up  – Our names –

Μια Συμφωνία, Εζρα Πάουντ

Μια Συμφωνία,  Εζρα Πάουντ


Κάνω μαζί σου ανακωχή, Γουόλτ Γουίτμαν –
Σε έχω πολύν καιρό αποστραφεί.
Έρχομαι σε σένα σαν το παιδί που έχει μεγαλώσει
Έχοντας έναν ξεροκέφαλο πατέρα •
Είμαι μεγάλος πια ώστε μπορώ να κάνω φίλους.
Σύ ήσουν κείνος που έκοψε το νιο το ξύλο,
Ο Καιρός του λαξεύειν είναι τώρα.
Έχουμε αίμα κοινό κοινή τη ρίζα-
Ας ξεκινήσουν μεταξύ μας οι ανταλλαγές.

Απόδοση: Στρατής Φάβρος

 

A Pact

Ezra Pound – 1885-1972

I make truce with you, Walt Whitman—
I have detested you long enough.
I come to you as a grown child
Who has had a pig-headed father;
I am old enough now to make friends.
It was you that broke the new wood,
Now is a time for carving.
We have one sap and one root—
Let there be commerce between us.

 

2019-05-31-walt-whitman

Έμιλυ Ντίκινσον IX – Η καρδιά την Ηδονή πρώτ’ αποζητά

Έμιλυ Ντίκινσον IX

Η καρδιά την Ηδονή πρώτ’ αποζητά
Κι έπειτα – εξαίρεση απ’ τον Πόνο –
Κι έπειτα – κείνα τα μικρ’ Αναλγητικά
Που απαλύνουν το μαρτύριο

Κι έπειτα – να πάει να κοιμηθεί –
Κι έπειτα – αν ήταν
Το θέλημα τ’ανακριτή της
Την ελευθερία ν’ αποθάνει

(Στρατής Φάβρος,  Με την συμβολή μιας ιδέας της Μ. Παπουτσοπούλου)

Emily Dickinson (1830–86). Complete Poems. 1924.
Part One: LifeIXThe Heart asks Pleasure – first –
And then – Excuse from Pain –
And then – those little Anodynes
That deaden suffering –

And then – to go to sleep –
And then – if it should be
The will of its Inquisitor
The liberty to die –

Έμιλυ Ντίκινσον IX
Η καρδιά την Ηδονή πρώτ’ αποζητά
Κι έπειτα – εξαίρεση απ’ τον Πόνο –
Κι έπειτα – κείνα τα μικρ’ Αναλγητικά
Που το βάσανο νεκρώνουν
Κι έπειτα – να πάει να κοιμηθεί –
Κι έπειτα – αν θά πρεπε να ναι
Τ’ Ανακριτή της η βουλή
Την ελευθερία να πεθάνει
(Αποδόση επάνω στην Μετάφραση:Σ. Φάβρος)
__________________________________________________
Η καρδιά αποζητά την Ηδονή – αρχικά –
Και έπειτα – εξαίρεση απ’ τον Πόνο –
Και έπειτα – εκείνα τα μικρά Αναλγητικά
Που νεκρώνουν το βάσανο
Και έπειτα – να πάει να κοιμηθεί –
Και έπειτα – εάν εισακουόταν
Απ’ τον Ανακριτή της
Το προνόμιο να πεθάνει
Έμιλυ Ντίκινσον (10 Δεκεμβρίου 1830 – 15 Μαΐου 1886)
μτφρ: Λιάνα Σακελλίου, Άρτεμις Γρίβα, Φρόσω Μαντά
– «Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά», εκδόσεις Gutenberg.
97458929_10221467436371022_6328486121399386112_n
photo: Σοφία Περδίκη, 30cm x 40cm, λαδοπαστέλ και κάρβουνο, 2020.

 

 

 

Σαν τον Πολυμαθή άκουσ’ αστρονόμο/ Γουόλτ Γουίτμαν

Σαν τον Πολυμαθή άκουσ’ αστρονόμο

Γουόλτ Γουίτμαν

Σὰν τον πολυμάθη άκουσ’ ἀστρονόμο,
Σὰν οι αποδείξεις κι οι αριθμοί στοιχήθηκαν σε στήλες μπρός μου,
Σὰν οι χάρτες καὶ τὰ διαγράμματα εδείχθησαν μου,για νὰ προσθέσω, νὰ διαιρέσω καὶ νὰ μετρήσω τους ,
Σὰν καθισμένος άκουσα τον αστρονόμο στην αίθουσα των διαλέξεων όπου παρέδιδε σε χειροκροτημάτων πολλών το μέσο,
Πόσο μιὰν αδιαφορία γρήγορα με κυρίευσε μια κούραση και μιαν ἀποστροφή,                     
Ώσπου σηκώθηκα κι έξω γλιστρώντας μόνος μου πλανήθηκα,                                                    Στου μυστηρίου τον υγρὸ μέσα νυχτερινὸν αγέρα , κι εκεί στιγμή από στιγμή                        Σ’ ἀπόλυτη ύψωνα σιγή το βλέμμα πρὸς τα ἀστέρια

Απόδοση Στρατής Φάβρος

 

When I Heard the Learn’d Astronomer

BY WALT WHITMAN

When I heard the learn’d astronomer,

When the proofs, the figures, were ranged in columns before me,

When I was shown the charts and diagrams, to add, divide, and measure them,

When I sitting heard the astronomer where he lectured with much applause in the lecture-room,

How soon unaccountable I became tired and sick,

Till rising and gliding out I wander’d off by myself,

In the mystical moist night-air, and from time to time,

Look’d up in perfect silence at the stars.

 

 

Σὰν ἄκουσά το σοφὸ ἀστρονόμο…

Σὰν ἄκουσά το σοφὸ ἀστρονόμο,

σὰν ἀραδιάστηκαν σωροὶ μπροστά μου τὰ σχέδια κ’ οἱ ἀποδείξεις,

σὰν μούδειξαν τοὺς χάρτες καὶ τὰ διαγράμματα,

νὰ προσθέσω, νὰ διαιρέσω καὶ νὰ μετρήσω,

σὰν ἄκουσα, καθισμένος στὴν αἴθουσα, τὸν ἀστρονόμο νὰ μιλεῖ

καὶ νὰ χειροκροτιέται,

πόσο γλήγορα ἔνοιωσα μιὰ παράξενη κούραση καὶ μίαν ἀποστροφή,

ὥσπου σηκώθηκα καὶ γλύστρησα ἔξω μόνος,

μακρυά, μὲς στὸ μυστικόν, ὑγρὸ νυχτερινὸν ἀγέρα,

ρίχνοντας πότε πότε, μ’ ἀπόλυτη σιγή,

τὰ βλέμματά μου πρὸς τ’ ἀστέρια

Μετάφραση: Κώστα Λ. Παπαδάκης (Κρητικές Σελίδες Τευχος 15-18 Μάιος 1937)

 

9f3d53413913ea9f3524e31c9bf1a173d5baa7b7