Μελαγχολία του Κλεάνδρου Ιάσονος ποιητού
εν τη Ελληνική Επαρχία· 2ΧΧΧ μ.Χ.
Υποκριτικά Κρυπτικά μ’ ά-κρυπτα
Μεγάλες αξεσκέπαστες αμαρτίες
του επαρχιακού δύσωδου
και πουριτανικού μας καπιταλισμού
οάσεις κι ουτοπίες
αγαθές αμαρτίες
Πυκνωμένος σοσιαλιστικά
συστρεφόμενος ως τα βαθιά
βάρβαρος καπιταλιστικός βαρβαρισμός.
Γόοι του ποιητού για το ανελεήμον
πυκνή της ιστορίας η δομή
λίγα της έμελλε πάντα να γράφονται
Επεισόδιο Πρώτο
Έχομε στη μικρή μας πόλη
ένα κομψό Μαγαζάκι ΙΔ
σαν να λέμε μια μικρή Θήβα,
που είναι ολόιδια η Θήβα
παντού.
Ο νεαρός εκτελεστικός Διευθυντής
ένας οιονεί τίμιος νεαρός Κρέων,
στις πλάτες του δήμου έχει καθήσει
τ’ ωραίο του κι αισθητικό μαγαζάκι,
όμορφα καθώς για τ’αγαθό ρητορεύει
όσο το δικό τ’ αγαθό πρυτανεύει
Ο ωραίος νεαρός Κρέων ο μικρός
το κοιμισμένο πλήθος νουθετεί
τα θαυμάσια απολαμβάνει
δικαιώματα του διευθυντικά
εύκολο βίο δίχως βιοπάλη
προνόμια και μισθά
μ’ αριστερή λιτότη και κραιπάλη
το νόμο πάντ’ επικαλείται,
του νόμου το δίκιο πάν’ απ τη πόλη
το δίκιο του νόμου πάντα σε πάλη
κανονισμέ λειτουργίας νόμε σωστέ
κανονισμέ λειτουργίας άλλοθι μου κι Εαυτέ
Πάντα Ωραία τοπική
κι εθνική δημοκρατία
οι παντοίω τρόπω μέσα
στην παντοίω τρόπω χύτρα μέσα
μάκαρες και αυλάρχες
οι έξω λεχρίτες κοπρίτες και πελάτες
Αλί.. τσακαλώτε αριστερέ μου πρώτε !