ΈΛΕΥΣΙΣ - ένα ταπεινό ενδιαίτημα αθανασίας

Σύμπτωση θα ταν/
που την ημέρα των αμνών/
γέννησε, μες τη ρουμελιώτικη αντάρα/
δυο αίγες λευκές με σφραγίδα τράγου/
Έτσι, Αυτή/
θυμωμένο κορίτσι που κάηκε πριν ψηθεί/
στης αγάπης το λάδι/
απόπλεξε το κάλλος της/
απ’ την ιθαγενή ασχήμια του/
-πατέρας ή άντρας ή αδερφός-
μα έδεσε τη σπορά του και βεβαίωσε το γένος του/
στη μεγαρίτική της μήτρα/
όσο κι αν του φαλλού η γλύκα/
μια πυξίδα γύρω της όριζε/
κι αν κατούρησε το ξημέρωμα των πανσέδων/
Μάη μήνα στο παράπονο της φτέρης προς τις πασχαλιές/
έσταξε τον ιδρώτα της/
-η ροή του σχεδόν ρευστή-
στα σφιχτά του μόρια και στα ακάνθινα μαστάρια/
μόνο που αφού οδήγησε/
το χελιδόνι της άμμου σβηστό/
μέσα στο σφυρήλατό της όνειρο/
τη βρήκε η συμφορά της απώλειας/
στην κατάληξη του αιώνα/
πύρωσαν τα μαλλιά της στη φωτιά του Χάροντα/
και το χείλος βανίλια που δαγκώθηκε στην Έφεσο/
χύθηκε πήλινος χυμός στην ορφάνια των…
Δείτε την αρχική δημοσίευση 87 επιπλέον λέξεις
πολύ σε ευχαριστώ για την τιμή, καλέ μου φίλε!