– Στην Μαρία –
Ήτανε μαύρη η νυχτιά
λουσμένη μέσ’ στην απόκοσμη ξαστεριά
κι είχε ένα ψύχος μιαν ερημιά
έκαιγε ο αγέρας τη λαλιά
ψιθύριζα μόνος στη ταραγμένη μου προσευχή
Θεέ μου το χάδι εκείνης
ας είχα μια φευγαλέα μονάχα στιγμή
Κι ας ερχόταν να με φιλήσει μετά, γυμνή η παγερή του θανάτου πνοή
την αγαπώ σαν τη ζωή που με αχ μονολογούν τρυφερά
με αναστεναγμού ανάσα γέροι, παιδιά
την αγαπώ σαν συνήθεια γλυκιά που δεν αλλάζει θωριά
στου καιρού τη βραχύβια φορεσιά.
την αγαπώ, στην ποδιά της προσκυνώ
σε ξωκλήσι μαγεμένο σε μιαν ερημιά
στου πόντου την ατελεύτητη μοναξιά
της αγάπης αυτής το λυγμό αναζητώ
την αγαπώ σαν αθώα παιδική προσμονή
σαν ανέμου απαλή αναπνοή
σαν την θάλασσας τη γαλήνη, την πρωινή
την αγαπώ, σαν την κροκάτη της πατρίδας μ’ αυγή
Στρατής Φάβρος
Την Αγαπώ